Νοσοκομείο Άγιος ΔημήτριοςΝοσοκομείο Άγιος ΔημήτριοςΝοσοκομείο Άγιος Δημήτριος

Γενικά λαπαροσκοπική χειρουργική

Τηλέφωνο επικοινωνίας: 2313 322125

Η Λαπαροσκοπική χειρουργική ή ελάχιστα επεμβατική χειρουργική είναι τρόπος χειρουργικής επέμβασης.

Αποτελεί μία από τις σημαντικότερες εξελίξεις – από αρκετούς θεωρείται η σημαντικότερη – της Γενικής Χειρουργικής κατά την διάρκεια του 20ου αιώνα, που αναπτύχθηκε κυρίως τη δεκαετία του 1990 με την χρήση των οπτικών ινών και της τεχνολογίας βίντεο. Έως το 1987, έτος που για πρώτη φορά έγινε η πρώτη λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή από τον Philippe Mouret, η λαπαροσκόπηση δεν εχρησιμοποιείτο από τους χειρουργούς. Από τότε όμως, η ενδοσκοπική αυτή τεχνική έχει οδηγήσει σε επανάσταση στην πρακτική εφαρμογή της χειρουργικής, όπως παλαιότερα είχαν κάνει η εισαγωγή της γενικής αναισθησίας και των αντιβιoτικών. Η πρώτη λαπαροσκόπηση χρονολογείται από το 1891, όταν ο Γερμανός Kelling “κοιλιοσκόπησε” την κοιλιά ενός σκύλου.

Η λαπαροσκόπηση και η εφαρμογή της στην χειρουργική αποτελεί μία καταξιωμένη και εδραιωμένη μέθοδο, τόσο διεθνώς όσο και στην Ελλάδα, και πρέπει να εφαρμόζεται σε κέντρα που παρέχουν τον κατάλληλο λαπαροσκοπικό και αναισθησιολογικό εξοπλισμό από έμπειρη χειρουργική ομάδα προς αποφυγή επιπλοκών.

Η εκπαίδευση στην λαπαροσκοπική χειρουργική σήμερα πρέπει να συμβαδίζει με τα διεθνή πρότυπα ακολουθώντας συγκεκριμένη καμπύλη εκπαίδευσης γιά κάθε επέμβαση, διαχωριζόμενη σε βασική λαπαροσκόπηση η οποία περιλαμβάνει: διαγνωστική λαπαροσκόπηση, συμφυσιόλυση, χολοκυστεκτομή, σκωληκοειδεκτομή και πλαστική βουβωνοκήλης, και «προχωρημένη» (advanced) λαπαροσκόπηση που περιλαμβάνει ενδο- και εξωπεριτοναϊκή συρραφή και εκτέλεση των λοιπών ανωτέρω αναφερομένων επεμβάσεων.

Τηρουμένων όλων των χειρουργικών-λαπαροσκοπικών «αρχών» που συνεχώς εμπλουτίζονται και εδραιώνονται, η λαπαροσκοπική χειρουργική φαίνεται να αποτελεί το παρόν και το μέλλον της χειρουργικής
Στο χειρουγικό τμήμα υπάρχει προσομοιωτής λαπαροσκοπικών επεμβάσεων ο οποίος χρησιμοποιείται για την εκπαίδευση νέων τεχνικών και τη βελτίωση των ήδη υπαρχουσών του ιατρικού προσωπικού.